τοξότης

τοξότης
τοξότης, ου, [dialect] Dor. [suff] τόξο-τας, α, ,
A bowman, archer, Il.11.385, A.Ag.628, IG12.929.67, 949.79, Hdt.3.39, Th.4.28, etc.;

τοὺς τ. τούς τε ἀστοὺς καὶ τοὺς ξένους IG12.79.3

;

ἀτράκτων τοξόται E.Rh.312

;

τ. στρατός Pi. O.13.89

; as a device on Persian coins, Plu.Ages.15, Art.20.
2 the Archer, Sagittarius, a sign in the Zodiac, Eudox. ap. Hipparch. 1.2.20, Luc.VH 1.18, Ptol.Alm.8.1, Vett Val.11.3, Supp.Epigr.7.363.3 (Dura-Europus, ii A. D.).
II at Athens, οἱ τοξόται were the city-police, Ar.Ach.54,711 (troch.), Eq.665, And.3.5, Pl.Prt.319c, Arist.Ath.24.3; cf.

Σκύθης 11.1

.
b archer-cavalry, Ascl.Tact.1.3; cf.

Σκύθης 11.2

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τοξότης — bowman masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξότης — I (Αστρον.). Αστερισμός στο νότιο ημισφαίριο. Βρίσκεται ανάμεσα στον Αιγόκερο και στον Σκορπιό και αποτελείται από 298 αστέρες, από τους οποίους 65 φαίνονται με γυμνό μάτι. Ο Τ. έχει επίσης πολλά αστρικά σμήνη και 3 νεφελώματα. Ο Τοξότης είναι ο… …   Dictionary of Greek

  • τοξότης — ο 1. αρχαίος στρατιώτης οπλισμένος με τόξο. 2. ως κύρ. όν., Τοξότης, ο ο ένατος αστερισμός του ζωδιακού κύκλου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τοξόται — τοξότης bowman masc nom/voc pl (doric) τοξότᾱͅ , τοξότης bowman masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξοτῶν — τοξότης bowman masc gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξόταιν — τοξότης bowman masc gen/dat dual (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξόταις — τοξότης bowman masc dat pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξότην — τοξότης bowman masc acc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξότου — τοξότης bowman masc gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξότῃ — τοξότης bowman masc dat sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοξότῃσι — τοξότης bowman masc dat pl (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”